Κ

Ιερός Ναός Αγίου Γεωργίου Γιάννουλης Λάρισας της Ιεράς Μητροπόλεως Λαρίσης & Τυρνάβου

Τρίτη 23 Ιουνίου 2020

ΑΓΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΚΑΛΛΙΔΗΣ, Ο ΚΟΥΜΠΑΓΙΩΤΗΣ ΑΓΙΟΣ.

ΑΓΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΚΑΛΛΙΔΗΣ(1844 -1925)

Grigorios_Kalidis1Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος (ὁ Καλλίδης) γεννήθηκε στὶς 24 Ἰανουαρίου τοῦ 1844 ἀπὸ εὐλαβεῖς γονεῖς, τὸν Ἰωάννη καὶ τὴν Εὐφροσύνη, στὸ Κούμβαο τῆς ἐπαρχίας Ἡρακλείας, τῆς Ἀνατολικῆς Θράκης.
Ἀπὸ μικρὸς ἔδειξε κλίση πρὸς τὴν ἱερωσύνη καὶ ἔτσι προσλήφθηκε στὴν ὑπηρεσία τοῦ Μητροπολίτου Σηλυβρίας καὶ μετὰ Σερρῶν Μελετίου, ἀπὸ τὸν ὁποῖο ἔλαβε τὸν πρῶτο βαθμὸ τῆς ἱερωσύνης στὶς 26 Φεβρουαρίου τοῦ 1862. Μαθήτευσε μὲ ἐπιμέλεια στὰ λαμπρὰ ἐκπαιδευτήρια τῶν Σερρῶν καὶ ὁλοκλήρωσε τὶς σπουδές του στὴ Ῥιζάρειο Σχολὴ καὶ στὴ Θεολογικὴ Σχολὴ τοῦ Ἐθνικοῦ Καποδιστριακοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν.
Στὴν Ἀθήνα ὁ Μητροπολίτης Θεόφιλος Βλαχοπαπαδόπουλος (1862-1873) τὸν προεχείρισε σὲ Ἀρχιδιάκονό του, ἐκτιμώντας τὴν προσωπικότητα καὶ τὰ σπάνια προσόντα του. Κατὰ τὸ ἔτος 1873 βρίσκουμε τὸν Γρηγόριο Σχολάρχη στὴ Ῥαιδεστὸ, τὸ 1874 πρωτοσύγκελλο τοῦ Μητροπολίτου Ἡρακλείας Παναρέτου καὶ ἱεροκήρυκα, μέχρι νὰ λάβει τὸν τρίτο βαθμὸ τῆς ἱερωσύνης, ὀνομαζόμενος ἐπίσκοπος Ναζιανζοῦ, βοηθὸς ἐπίσκοπος τοῦ Μητροπολίτου Ἡρακλείας, στὶς 24 Μαρτίου τοῦ ἔτους 1875. Στούς χρόνους τῆς βουλγαρικῆς ἐξαρχείας, ἀπεστάλη ἀπὸ τὸ Πατριαρχεῖο στὴν Ἀνδριανούπολη ὡς ἔξαρχος.
Μετὰ ἀπὸ τρίμηνη παραμονὴ στὴν Ἀνδριανούπολη, ἐξελέγη στὶς 12 Μαῒου τοῦ 1879 Μητροπολίτης Τραπεζοῦντος ἀπὸ τὸν Πατριάρχη Ἰωακεὶμ τὸν Γ΄ τὸν μεγαλοπρεπῆ. Τὴν ἐπαρχία τῆς Τραπεζοῦντος ὁ Γρηγόριος Καλλίδης ἐποίμανε γιὰ πέντε χρόνια καὶ ἀναδείχθηκε ἄξιος διάδοχος τῶν ἀειμνήστων προκατόχων του. Ἀπὸ τὴν ἡμέρα τῆς ἐνθρονίσεώς του ἐπιμελήθηκε τοῦ ἔργου τῆς περιφρουρήσεως τοῦ ποιμνίου του ἀπὸ τὶς ἐπιθέσεις τῶν περιοίκων μεταναστῶν Τούρκων. Ὁμοίως μερίμνησε καὶ περὶ τῆς ἐλαττώσεως τῆς βαριᾶς φορολογίας τῶν χριστιανῶν. Ἀποκατέστησε τὴν εἰρήνη καὶ τὴν ὁμόνοια μεταξὺ τοῦ ποιμνίου του καὶ ἀνασυνέταξε τοὺς κοινοτικοὺς κανονισμοὺς τῆς ὀρθόδοξης κοινότητας τῶν Ῥωμηῶν.
Στὶς 29.12.1884 ὁ Μητροπολίτης Γρηγόριος  ἐξελέγη στὸ θρόνο τῆς ἁγιωτάτης Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης και ἡ ἐνθρόνισή του ἔγινε στὶς 20 Μαρτίου τοῦ 1885 μέσα σὲ κλῖμα ἐνθουσιασμοῦ. Κατά τὴν περίοδο τῆς ἀρχιερατείας τοῦ Γρηγορίου Καλλίδη, βρισκόταν σὲ κορύφωση τὸ κοινοτικὸ ζήτημα τῆς Θεσσαλονίκης, μὲ ἔντονες διενέξεις ποὺ εἶχαν νὰ κάνουν μὲ τὴν ἐκλογὴ τῶν τοπικῶν ἀρχόντων τῆς πόλης .
Οἱ γνωστὲς διαμάχες τῆς δεκαετίας τοῦ 1880 κατέληξαν στὴ μετάθεση τοῦ Μητροπολίτου Γρηγορίου Καλλίδου ἐξαιτίας συκοφαντιῶν. Στὶς 29 Ἀπριλίου τοῦ 1889 τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο, ἀθώωσε πανηγυρικὰ τὸν ἀνεξίκακο Μητροπολίτη Γρηγόριο. Οἱ κατήγοροὶ του δὲν προσῆλθαν καθόλου στὴ δίκη.
Μετὰ τὴν ἀθώωσή του ὁ Μητροπολίτης Γρηγόριος δικαιωμένος παραμένει στὴν Κωνσταντινούπολη, μὴ θέλοντας νὰ ἐπιστρέψει στὴ Θεσσαλονίκη καὶ παραιτούμενος θέτει τὸν ἑαυτό του στὴ διάθεση τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας, ὁπότε καὶ ἐκλέγεται Μητροπολίτης Ἰωαννίνων στὶς 28 Σεπτεμβρίου τοῦ 1889. Στίς 23 Μαρτίου θεμελιώνει τόν περικαλλῆ Ἱερό Ναό τοῦ Ἁγίου Νικολάου στή Ζίτσα. Ὡς Μητροπολίτης Ἰωαννίνων κλήθηκε συνοδικὸ μέλος καὶ ἔρχεται πάλι στὴν Κωνσταντινούπολη τὸ 1892.
Στὴ θέση του ἀφήνει τὸν πρωτοσύγκελλό του Πανάρετο, ποὺ στὴ συνέχεια ἐκλέγεται διαδοχικά ἐπίσκοπος Ναζιανζοῦ καὶ χωροεπίσκοπος Ταταούλων. Στὴ Βασιλεύουσα ὁ Γρηγόριος διετέλεσε πρόεδρος τῆς διευθύνουσας ἐπιτροπῆς τοῦ πατριαρχικοῦ τυπογραφείου, πρόεδρος τῆς ἐπιτροπῆς διαχείρισης τῶν μοναστηριακῶν κτημάτων καὶ μέλος τῆς Ἐφορείας τῆς Ἱερᾶς Θεολογικῆς Σχολῆς. Ἰδιαίτερα ἀξιοσημείωτη ὑπῆρξε ἡ δράση του ὡς προέδρου τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ δικαστηρίου τῶν Πατριαρχείων.
Στὰ Ἰωάννινα ἐπέστρεψε καὶ πάλι τὸν Μάιο τοῦ 1894. Κατὰ τὸν πόλεμο τοῦ 1897 μαζὶ μὲ τοὺς γενικοὺς προξένους προφύλαξε τὴν πόλη τῶν Ἰωαννίνων ἀπὸ τοὺς Τούρκους, ὁπότε καὶ τιμήθηκε παρὰ τοῦ Ἀντιβασιλεύοντος Διαδόχου Κωνσταντίνου μὲ τὸ παράσημο τῶν Ἀνωτέρων Ταξιαρχῶν τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ, λαμβάνοντας συγχρόνως ἀπὸ τὸν Αὐτοκράτορα τῆς Ῥωσίας τὸν μεγαλόσταυρο τῆς Ἁγίας Ἄννης καὶ ἀπὸ τὸν ἡγεμόνα τοῦ Μαυροβουνίου τὸν μεγαλόσταυρο Δανιήλου.
Ἄς σημειωθεῖ ἐδῶ καὶ ἡ ἀναγνώριση τῆς ἀξίας τοῦ Ἱεράρχου καὶ ἀπὸ τὴν Τουρκικὴ πλευρὰ νωρίτερα, ὅταν τιμήθηκε ἀπὸ τὸν Σουλτάνο τὸ Νοέμβριο τοῦ 1885, μὲ τὸ ἐπίσημο παράσημο Ὀσμανιὲ. Στὶς 22 Μαῒου τοῦ ἔτους 1902, ὁ Πατριάρχης Ἰωακεὶμ ὁ Γ΄ προεβίβασε τὸν Γρηγόριο στὴ γεροντικὴ Μητρόπολη Ἡρακλείας καὶ Ῥαιδεστοῦ, στὴ θέση τοῦ Ἱερωνύμου γιὰ νὰ ἐκλεγεῖ στὰ Ἰωάννινα ὁ Νικαίας Σωφρόνιος.
Τό 1922 ὁ Μητροπολίτης Γρηγόριος μὲ τὴν προσφυγικὴ ῥάβδο σὰν ἄλλος Μωϋσῆς, μεγαλόψυχος, παρήγορος τοῦ ἐκτοπιζομένου ποιμνίου του, τοὺς ὁδήγησε μὲ ἀσφάλεια στὴν Ἑλλάδα. Τὰ τελευταῖα χρόνια τῆς ζωῆς του τὰ πέρασε στὴ Θεσσαλονίκη σχολάζων χωρὶς νὰ θελήσει νὰ ἀναλάβει νέα Μητρόπολη.
Στὶς 12 Ἀπριλίου (Κυριακὴ τῶν Βαῒων) τοῦ 1925 ὁ Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης Γεννάδιος Ἀλεξιάδης καὶ ἡ κοινότητα τῆς Θεσσαλονίκης τίμησαν τὸν Μητροπολίτη Γρηγόριο μὲ ἀφορμὴ τὴ συμπλήρωση πενήντα ἐτῶν θεοφιλοῦς καὶ ἐθνοφελοῦς ἀρχιερατείας. Μετὰ ἀπὸ πανηγυρικὴ Θεία Λειτουργία ἀκολούθησε αὐτὴ ἡ σεμνὴ τελετὴ στὸν Ἅγιο Γρηγόριο τὸν Παλαμᾶ παρουσίᾳ τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Κωνσταντίνου, Μητροπολιτῶν τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου καὶ τῆς Αὐτοκέφαλης Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ἐκπροσώπων τοῦ Ἁγίου Ὄρους καὶ τοῦ ἑλληνικοῦ κράτους, στρατιωτικῶν καὶ τοπικῶν ἀρχόντων.
Ὁ Μητροπολίτης Γρηγόριος, Ἀρχιεπίσκοπος Ἡρακλείας καὶ Ῥαιδεστοῦ, μετὰ ἀπὸ σύντομη ἀσθένεια, ἄφησε τὴν τελευταία του πνοὴ τὰ μεσάνυχτα τῆς Πέμπτης 23 Ἰουλίου τοῦ 1925. Ἡ ἐξόδιος ἀκολουθία του ἔγινε μὲ περισσὴ μεγαλοπρέπεια στὸν Ἱερὸ Ναὸ τῆς Ἁγίας Σοφίας Θεσσαλονίκης. Ἡ σορός του μὲ πομπή κατέληξε στὸ νεκροταφεῖο τῆς Εὐαγγελιστρίας, ὅπου κηδεύτηκε.
Στὶς 20 Ὀκτωβρίου 1979, ὁ Παναγιώτατος Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης κυρός Παντελεήμων ὁ Β΄ ἔκανε τὴν ἀνακομιδὴ τῶν ἱερῶν λειψάνων του, τὰ ὁποῖα βρέθηκαν νὰ εὐωδιάζουν καὶ νὰ ἐπιτελοῦν ἀπὸ τότε πλῆθος θαυμάτων. Μετὰ ἀπὸ ἐνέργειες τοῦ Παναγιωτάτου Μητροπολίτου Θεσσαλονίκης κυροῦ Παντελεήμονος τοῦ Β΄ στὴν Ἱερὰ Σύνοδο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος καὶ τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο, ἔγινε μὲ πατριαρχικὴ καὶ συνοδικὴ πράξη στὶς 22 Μαῒου 2003 ἡ ἐπίσημη κατάταξη τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου στὸ ἁγιολόγιο τῆς κατὰ Ἀνατολὰς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καὶ ὁρίστηκε ἡμέρα μνήμης του ἡ 25η Ἰουλίου (ἡμέρα κοιμήσεώς του) καὶ ἡ 20η Ὀκτωβρίου (ἐπέτειος τῆς ἀνακομιδῆς του) ὡς δεύτερη ἑορτή του. Τὴν Πατριαρχικὴ καὶ Συνοδικὴ Πράξη, ἐκόμισε ὁ ἴδιος ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαῖος ὁ Α΄ μέ πατριαρχική συνοδεία καί προέστη καὶ στὴν ἀκολουθία – δοξολογία τῆς κατατάξεως τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου στὸ ἁγιολόγιο τῆς Ἐκκλησίας μας, στὸν Ἱερὸ Ναὸ τοῦ Ἁγίου Δημητρίου στὶς 29 Μαῒου 2003. Στίς 19 Ὀκτωβρίου 2011 μεταφέρθηκε στόν Ι. Ναό Ἁγίου Νικολάου Ζίτσης ἀπότμημα τοῦ ἱεροῦ λειψάνου τοῦ Ἁγίου, τό ὁποῖο παραχωρήθηκε ἀπό τόν Παναγιώτατο Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης κ. Ἄνθιμο στή Μητρόπολη Ἰωαννίνων, μετά ἀπό αἴτημα τοῦ μακαριστοῦ Μητροπολίτου Ἰωαννίνων κυροῦ Θεοκλήτου.
Ἀπολυτίκιον, Ἦχος δ΄. Ταχὺ προκατάλαβε.
Τοῖς λόγοις ἐκόσμησας τὴν Ἐκκλησίαν Χριστοῦ,
τοῖς ἔργοις ἐτίμησας τό κατ’ εἰκόνα Θεοῦ, Γρηγόριε ἔνδοξε·
ἔλαμψας ἐν τῷ κόσμῳ, δι’ ἀσκήσεων θείων,
χάριτας ἰαμάτων, ἀπαστράπτων τοῖς πᾶσι·
διὸ ἐν παῤῥησίᾳ Χριστῷ, πρέσβευε σωθῆναι ἡμᾶς

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου